Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016

Γ Κύκλος - 31η Τακτική Κυριακή (Λκ 19,1-10)



Δημιουργικότητα και θάρρος

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2016

Η σημερινή μας ευαγγελική περικοπή περιγράφει το πώς,
Για να μεταστραφεί κάποιος χρειάζεται, φόβος ή ντροπή, δημιουργικότητα και θάρρος


Ανάγνωσμα από το κατά Λουκά άγ. Ευαγγέλιο

Προσθήκη λεζάντας
Ο Ιησούς μπήκε στην Ιεριχώ και περνούσε μέσα από την πόλη. Εκεί υπήρχε κάποιος, που το όνομά του ήταν Ζακχαίος. Ήταν αρχιτελώνης και πλούσιος. Αυτός προσπαθούσε να δει ποιος είναι ο Ιησούς· δεν μπορούσε όμως εξαιτίας του πλήθους και γιατί ήταν μικρόσωμος. Έτρεξε λοιπόν μπροστά πριν από το πλήθος κι ανέβηκε σε μια συκομουριά για να τον δει, γιατί θα περνούσε από ’κει. Όταν έφτασε ο Ιησούς στο σημείο εκείνο, κοίταξε προς τα πάνω, τον είδε και του είπε: «Ζακχαίε, κατέβα γρήγορα, γιατί σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου». Εκείνος κατέβηκε γρήγορα και τον υποδέχτηκε με χαρά. Όλοι όσοι τα είδαν αυτά διαμαρτύρονταν κι έλεγαν ότι πήγε να μείνει στο σπίτι ενός αμαρτωλού. Τότε σηκώθηκε ο Ζακχαίος και είπε στον Κύριο: «Κύριε, υπόσχομαι να δώσω τα μισά από τα υπάρχοντά μου στους φτωχούς και ν’ ανταποδώσω στο τετραπλάσιο όσα έχω πάρει με απάτη». Ο Ιησούς, απευθυνόμενος σ’ αυτόν, είπε: «Σήμερα αυτή η οικογένεια σώθηκε· γιατί κι αυτός ο τελώνης είναι απόγονος του Αβραάμ. Ο Υιός του Ανθρώπου ήρθε για ν’ αναζητήσει και να σώσει αυτούς που έχουν χάσει το δρόμο τους».

Λόγος του Κυρίου

Ο Ζακχαίος είχε ένα μειονέκτημα, ήταν μικρόσωμος, και μια επιθυμία, να δει ποιος είναι ο Ιησούς.
Αυτά τα δύο θα μπορούσαν το ένα να αναιρέσει το άλλο. Αλλά εκείνος δεν αποθαρρύνθηκε και απάντησε με δημιουργικότητα και κουράγιο.
Με αυτό τον τρόπο έμεινε στην ιστορία των μαθητών του Ιησού ως εικόνα εκείνων, που αντί να κλειστούν στον εαυτόν τους εξ αιτίας των όποιων περιορισμών και ιδιαιτεροτήτων τους, δεν τα βάζουν κάτω και βρίσκουν λύσεις ό,τι και αν αυτό κοστίζει. Ο Ζακχαίος ήταν ένα υψηλόβαθμο στέλεχος της τοπικής κοινωνίας, θα τον σχολίαζαν ...
Ο Ιησούς πέρασε και σήκωσε τη ματιά του, το θέαμα ανάγκασε τον Ιησού να τον προσέξει και εκείνος μπορούσε να τον δει.
Το βλέμμα του Ιησού πάντοτε πάει να συναντήσει εκείνον που τον έχει ανάγκη, που τον αναζητά, έστω και από περιέργεια.
Τα βλέμματα συναντιόνται και είναι γιορτή «Ζακχαίε, κατέβα γρήγορα, γιατί σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου».
Ο Ιησούς προσφέρει κάτι παραπάνω απ’ ότι ήθελε ο Ζακχαίος, ήθελε να τον δει, και εκείνος τον προσκαλεί σε μια συνάντηση πρόσωπο προς πρόσωπο, στο ζωτικό του χώρο που ζει ο ενδιαφερόμενος. Δεν του θέτει προϋποθέσεις, δεν τον επιπλήττει, δεν του κάνει ένα ηθικολογικό πεντάλεπτο κήρυγμα, απλά
του εκφράζει τη συμπάθειά του, του δείχνει εμπιστοσύνη, του προσφέρει τη φιλία του. Αυτό έβαλε μπροστά την αλλαγή στη ζωή του Ζακχαίου.
Εκείνος κατέβηκε γρήγορα και τον υποδέχτηκε με χαρά. Η νέα ζωή αρχίζει με εκδήλωση χαράς.
Με εμπιστοσύνη ανοίγει το σπίτι και την καρδιά του. Βλέπει με καινούργια μάτια τη ζωή του. Κύριε, υπόσχομαι να δώσω τα μισά από τα υπάρχοντά μου στους φτωχούς. Από το πνεύμα συσσώρευσης των αγαθών και του πλουτισμού, τώρα διαπνέεται από το πνεύμα του συμμερισμού και της αλληλεγγύης.
Αυτό τον οδηγεί να αναγνωρίσει και τα σφάλματά του και την επιθυμία του να επανορθώσει: «Και ν’ ανταποδώσω στο τετραπλάσιο όσα έχω πάρει με απάτη».

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2016

Γ΄ Κύκλος - 30η Τακτική Κυριακή (Λκ 18, 9-14)




Ο Θεός δεν κοιτά αξιομισθίες, αλλά ανάγκες.

Ο ευαγγελιστής Λουκάς αρέσκεται στις έντονες αντιθέσεις - βλέπε τις παραβολές του ανώνυμου πλούσιου και του φτωχού Λάζαρου, του άσωτου γιου και του πιστού γιου, του αδιάφορου δικαστή και της επίμονης χήρας - και σήμερα ακόμη δύο χαρακτήρες, ο ένας απέναντι στον άλλο, ένας Φαρισαίος και ένας τελώνης.

Ανάγνωσμα από το κατά Λουκά άγ. Ευαγγέλιο ( Λκ 18,9-14)


Σε μερικούς που ήταν σίγουροι για την ευσέβειά τους και περιφρονούσαν τους άλλους, είπε την παρακάτω παραβολή: «Δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο ναό για να προσευχηθούν. Ο ένας ήταν Φαρισαίος κι ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος στάθηκε επιδεικτικά κι έκανε την εξής προσευχή σχετικά με τον εαυτό του: “Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ που εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους άρπαγας, άδικος, μοιχός, ή και σαν αυτόν εδώ τον τελώνη. Εγώ νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα και δίνω στο ναό το δέκατο απ’ όλα τα εισοδήματά μου”. Ο τελώνης, αντίθετα, στεκόταν πολύ πίσω και δεν τολμούσε ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό. Χτυπούσε το στήθος του και έλεγε: “Θεέ μου, σπλαχνίσου με τον αμαρτωλό”. Σας βεβαιώνω πως αυτός έφυγε για το σπίτι του αθώος και συμφιλιωμένος με το Θεό, ενώ ο άλλος όχι· γιατί όποιος υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, κι όποιος τον ταπεινώνει θα υψωθεί».

Λόγος του Κυρίου 


Η παραβολή μας, λοιπόν, έχει δύο πρωταγωνιστές, ένα Φαρισαίο και ένα τελώνη. Κοινωνικά και θρησκευτικά ο ένας απέναντι στον άλλο. Ένα δίπολο, που είναι και σημερινό. Ο καθένας έχει το δικό του τρόπο αντίληψης του Θεού. Αυτό φαίνεται από το πώς ο καθένας τους προσεύχεται (το ίδιο συμβαίνει και με μας), είναι η εξωτερίκευση τού πώς αντιλαμβάνονται (αντιλαμβανόμαστε) το Θεό και πώς σχετίζονται (σχετιζόμαστε) μαζί του. Στην παραβολή μας το κέντρο του ενδιαφέροντος δεν είναι το πώς προσεύχεται ο Φαρισαίος ή ο τελώνης, αλλά η αντίληψη που έχουν του Θεού και της Σωτηρίας, το πώς ο ένας εκτιμά τον εαυτό του και τους άλλους και το πώς ο άλλος δεν εκφράζει γνώμη για τους άλλους. Η προσευχή τους έρχεται κατά συνέπεια.

Ο Φαρισαίος, όρθιος κοντά στο βήμα, απαριθμεί τα προτερήματά του και εκθειάζει το πνεύμα αυτοθυσίας με το οποίο εκπληρώνει κάθε εντολή της θρησκείας του, και μάλιστα όχι μόνο το αναγκαίο, αλλά και κάτι παραπάνω, πχ. ο νόμος προβλέπει μια μέρα νηστείας κάθε βδομάδα, εκείνος όμως νηστεύει και το καυχιέται δύο μέρες. «Νηστεύω δυο φορές την εβδομάδα και δίνω τη δεκάτη απ' όλα όσα αποκτώ». Ο νόμος πρόβλεπε τη δεκάτη για ορισμένα προϊόντα, εκείνος δίνει για όλα. Στην προσευχή του, αν εξαιρέσει κάποιος το «Θεέ μου σε ευχαριστώ», δεν δείχνει ότι υπάρχει κάτι άλλο που περιμένει από το Θεό. Δεν κάνει τίποτα άλλο από το να απαριθμεί τις επιτυχίες του και να δείχνει ότι έχει εμπιστοσύνη στον εαυτόν του, στις ικανότητές του και στα καλά του έργα, και να κατακρίνει σκληρά τους άλλους. «Θεέ μου, σ' ευχαριστώ διότι δεν είμαι όπως οι υπόλοιποι άνθρωποι, που είναι άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και όπως αυτός ο τελώνης». Είναι τόσο γεμάτος από τον εαυτό του, που δεν έχει θέση για το Θεό ή για τον πλησίον. Δεν υπολογίζει στη φιλευσπλαχνία του Θεού. Από το Θεό δεν περιμένει τίποτα, παρά την αναγνώριση και την επιβράβευση για τα θρησκευτικά του κατορθώματα και όχι τη χάρη και τη δωρεά του Θεού.

Μια διαπίστωση είναι ότι, όταν κάποιος βάζει στο κέντρο το εγώ, καμιά σχέση δεν λειτουργεί σωστά, είτε είναι μεταξύ φίλων, είτε μεταξύ ζευγαριού ή οικογένειας. Στη ζωή και στην προσευχή το ίδιο ισχύει. Ο καθένας αναζητά ένα εσύ, άνθρωπο ή Θεό, που να αισθάνεται ότι τον δέχεται και τον αγαπά και θέλει να μοιραστεί τη ζωή μαζί του, μια σχέση βαθιά που να είναι ό ένας για τον άλλο αιτία εμπλουτισμού και ωρίμανσης. Διαφορετικά τα πάντα γίνονται αιτία μαρασμού και ερήμωσης.

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2016

Γ΄κυκλος, 29η Τακτική Κυριακή



Όταν ο φτωχός ζητά τη δικαιοσύνη

Κυριακή  16Οκτωβρίου 2016


Όταν διαβάζουμε μια παραβολή δεν πρέπει να αναζητάμε μια αλληγορία ή ένα συμβολισμό σε κάθε λεπτομέρεια, αλλά στο σύνολό της. Πρέπει πρώτα να εντοπίσουμε το κέντρο της αναφοράς της και στη συνέχεια να προχωρήσουμε στην ερμηνεία της. Στην παρούσα παραβολή το κέντρο αναφοράς είναι η φράση “ Ο Θεός να αποδώσει το δίκιο στους εκλεκτούς του που του φωνάζουν για βοήθεια μέρα και νύχτα”, και η χήρα που στην αγ. Γραφή είναι εμβληματική μορφή τού κάθε απροστάτευτου και αδύναμου που είναι εκτεθειμένοι σε κάθε είδους εκμετάλλευση. Μόνο τους στήριγμα είναι ο Θεός. Γι΄αυτό είναι οι εκλεκτοί του Θεού.

Ας ακούσουμε όμως το ευαγγελικό ανάγνωσμα από το κατά Λουκά άγ. Ευαγγέλιο (Λκ 18,1-8)

«Εκείνο τον καιρό ο Ιησούς είπε και μια παραβολή για το πώς πρέπει πάντοτε να προσεύχονται και να μην αποκάμνουν στην προσευχή. «Σε κάποια πόλη», τους είπε, «ήταν ένας δικαστής, που ούτε Θεό φοβόταν ούτε άνθρωπο υπολόγιζε. Σ’ αυτή την πόλη κατοικούσε μια χήρα, που ερχόταν στο δικαστή και του έλεγε: “προστάτεψέ με απ’ αυτόν που με κατατρέχει”. Εκείνος για πολύν καιρό αρνιόταν, αλλά ύστερα είπε μέσα του: “παρ’ όλο που δε φοβάμαι το Θεό κι ούτε υπολογίζω άνθρωπο, όμως επειδή τούτη εδώ η χήρα μού έγινε φορτική, θα της δώσω το δίκιο της, για να μην έρχεται συνεχώς και με ταλαιπωρεί”». Κι ο Κύριος πρόσθεσε: «Προσέξτε τι είπε ο άδικος δικαστής. Θα αναβάλει, λοιπόν, ο Θεός να αποδώσει το δίκιο στους εκλεκτούς του, που του φωνάζουν για βοήθεια μέρα και νύχτα; Σας βεβαιώνω ότι θα τους αποδώσει το δίκιο τους πολύ γρήγορα. Όταν όμως έρθει ο Υιός του Ανθρώπου, θα βρει τάχα πιστούς ανθρώπους στη γη;»
Λόγος του Κυρίου

Έχουμε δύο αντίθετες καταστάσεις, από τη μια η υπεροψία και η αδιαφορία του δικαστή, που στην παραβολή περιγράφεται ως αθεΐα. Από την άλλη, της χήρας, που παρ’ όλη την κοινωνική της αδυναμία, αγωνίζεται για τα δικαιώματά της, ξέρει πού να απευθυνθεί και θαρραλέα ζητά να της αποδοθεί δικαιοσύνη. Στην περίπτωσή μας, κάποιου δικαστή που δεν είναι ό,τι πιο ενδεδειγμένο για να αποκτήσει κάτι που δικαιωματικά της ανήκει: δικαιοσύνη. Και δεν πτοείται που δεν της δίνουν σημασία. Το θάρρος, η υπομονή και η επιμονή της χήρας είναι το κέντρο αναφοράς της παραβολής, που ο Ιησούς το μεταφράζει ως “να προσεύχονται και να μην αποκάμνουν στην προσευχή”.
Όσο για το άλλο πρόσωπο της παραβολής, τον Δικαστή, που φαίνεται εκ πρώτης όψεως να είναι εικόνα της συμπεριφοράς του Θεού. Δεν είναι το πρόσωπο που χρησιμοποιείται για να τραβήξει την προσοχή, αλλά το τι κάνει: αποδίδει δικαιοσύνη. Αυτό αξιοποιεί ο Ιησούς, μαζί με το θάρρος, την επιμονή και την υπομονή της χήρας.

Ο παραλληλισμός γίνεται μεταξύ ενός κακού ανθρώπου που αδιαφορεί, αλλά τελικά αποδίδει δικαιοσύνη, και του Θεού που δεν αδιαφορεί, αλλά που φαίνεται να αργοπορεί στο να απαντήσει στο αίτημα απόδοσης δικαιοσύνης. Αν, λοιπόν, ο κακός από συμφέρον, λέει ο Ιησούς, στο τέλος αποδίδει δικαιοσύνη, πόσο μάλλον ο Θεός, ο καλός Πατέρας, δεν θα ανταποκριθεί αποδίδοντας δικαιοσύνη σε κείνον που του την ζητά;

Η παραβολή, λοιπόν, θέλει να απαντήσει σε όλους αυτούς που αισθάνονται αδικημένοι και ζητούν το δίκιο τους και έχουν την εντύπωση ότι ο Θεός, όχι μόνο δεν ανταποκρίνεται στις αιτήσεις τους, αλλά φαίνεται να αφήνει τα πράγματα να τραβούν το δρόμο τους και οι άδικοι να ευημερούν.
Σ΄ αυτές τις καταστάσεις, πράγματι, είναι δύσκολο να επιμένει, να μην κουραστεί και να μην απογοητευτεί κάποιος.
Ότι ο Θεός είναι δίκαιος και αποδίδει τη δικαιοσύνη, είναι σίγουρο και όπως εξηγούσε ο Ντάντε Αλιγκιέρι : όπως εμείς στα ριχά βλέπουμε καθαρά το βυθό της θάλασσας, άλλα όσο προχωρούμε στα βαθειά τόσο λιγότερο τον βλέπουμε, ώσπου δεν τον βλέπουμε καθόλου, αλλά είναι σίγουρο ότι υπάρχει.
Προσευχή είναι όπως, όταν ένας πατέρας που ξέρει τις ανάγκες του παιδιού του, αλλά δεν τις ικανοποιεί αμέσως όταν εκείνο θέλει και όπως εκείνο τις θέλει, αλλά όταν ο πατέρας το κρίνει πρόσφορο. Φροντίζει πρώτα, ή καλύτερα συνάμα, να το διαπαιδαγωγήσει. Πατέρας - παιδί, και οι ανάγκες τους συμπορεύονται για να αναπτυχθεί μια σχέση όπου ο καθένας να ανακαλύπτει όλο και περισσότερο τον άλλον, ώστε η σχέση μεταξύ πατέρα και παιδιού να βελτιώνεται και να εμβαθύνεται.

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2016

Γ' Κύκλος 28η Τακτική Κυριακή


Δέκα θεραπευστηκαν, ένας σωθηκε

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2016


Ο Ιησούς ταξιδεύει προς την Ιερουσαλήμ. Η μακρυά και επίπονη πορεία ευνοεί συναντήσεις και ανθρώπινες επαφές. Κάθε συνάντηση μπορεί να εξελιχθεί σε ένα βαθιά ανθρωπινό γεγονός.
Ο Ιησούς και η συντροφιά του λίγο έξω από ένα χωριό διασταυρώνεται με μια παρέα δέκα λεπρών. Μια ομάδα ανθρώπων καταβεβλημένων από τον πόνο της αρρώστιας τους και εξ αιτίας της απελπισμένων.
Ας δούμε πως το Ανάγνωσμα από το κατά Λουκά άγ. Ευαγγέλιο (17, 11-19 19) περιγράφει αυτή την συνάντηση:

Εκείνο τον καιρό ο Ιησούς πήγαινε στην Ιερουσαλήμ, περνούσε μέσα απ' τη Σαμάρεια και τη Γαλιλαία. Κι ενώ έμπαινε σε κάποιο χωριό τον συνάντησαν δέκα λεπροί άνδρες που στάθηκαν μακριά κι άρχισαν να φωνάζουν και να λένε: "Κύριε Ιησού, ελέησέ μας!" Κι ο Ιησούς όταν τους είδε είπε: "Πηγαίνετε και δείξτε τους εαυτούς σας στους ιερείς". Κι ενώ πήγαιναν, καθαρίστηκαν. Ένας απ' αυτούς, όταν είδε πως θεραπεύθηκε, γύρισε πίσω και με δυνατή φωνή δόξαζε το Θεό. Κι έπεσε στα πόδια του Ιησού, με το πρόσωπο στη γη και τον ευχαριστούσε. Κι αυτός ήταν Σαμαρείτης. Ο Ιησούς είπε τότε: "Δεν καθαρίστηκαν και οι δέκα; Αλλά οι εννιά πού είναι; Δεν βρέθηκε κανένας να επιστρέψει και να δοξάσει το Θεό παρά μόνο αυτός ο αλλοεθνής;" Και του είπε: "Σήκω και πήγαινε. Η πίστη σου σε έσωσε!".
Λόγος του Κυρίου

Τα ρήματα βλέπω, σταματώ, λέω, αγγίζω περιγράφουν την άμεση αντίδραση του Ιησού. Μπροστά στον πόνο δεν υπάρχει χώρος για πολλά πολλά πρέπει να θεραπευτούν. Όποιος αγαπά, συμπονά γιαυτό διάζεται να ευεργετήσει

Οι λεπροί είναι "δέκα". Ο αριθμός "δέκα", δεν είναι τυχαίος. Τον καιρό του Ιησού χρειαζόταν, τουλάχιστον, δέκα άτομα για να συστήσουν μια ‘συναγωγή’ και να ανοίξουν έναν ευκτήριο οίκο, και εκεί στη συναγωγή να αποδίδουν τη λατρεία τους στο Θεό και γύρω από αυτήν να οικοδομήσουν την κοινότητά τους με κέντρο την Τορά, το Νόμο. Η σύναξη 10 ατόμων λογιζόταν ως μια ολοκληρωμένη κοινότητα.

Η ‘κοινότητα’ των δέκα λεπρών, ως άρρωστοι, είναι επικίνδυνοι για τη δημόσια υγεία και γι’ αυτό αποκλειόταν κοινωνικά. Ήταν ακόμη ‘λατρευτικά’ αφορισμένοι, γιατί η λέπρα εκλαμβανόταν τιμωρία Θεού για κάποια σοβαρή αμαρτία που διαπράχθηκε από το λεπρό. Όμως, η ‘κοινότητα’ των 10 λεπρών έχει κάτι μοναδικό αδιανόητο για τα δεδομένα της εποχής και του τόπου που ζει. Στην ‘παρέα’ τους έχουν δεχτεί όχι απλά ένα μη Ιουδαίο, αλλά ένα Σαμαρείτη αδιανόητο στην κοινωνία των υγιών και ευσεβών Ιουδαίων και Σαμαρειτών. Η μοίρα του πόνου τούς έκανε να ξεπεράσουν τις όποιες διαφορές τους και τους συναδέλφωσε.

Οι δέκα λεπροί είναι η εικόνα του Λαού του Θεού, που είναι κτυπημένος από το κακό και έχει συνειδητοποιήσει ότι από μόνος του δεν μπορεί να σωθεί, και αναζητά ποιος θα έλθει σε βοήθειά του”. Οι δέκα λεπροί νομοταγείς, ακολουθούν πιστά τα προβλεπόμενα από την Τορά, το Νόμο, τις θρησκευτικές και πολιτιστικές προδιαγραφές και περιφέρονται σε αφιλόξενα μέρη που το μόνο που κάνουν είναι να επιτείνουν τη δυστυχία του, ενώ οι νόμοι προστατεύουν μόνο τους υγιείς και δε θεραπεύουν τους αρρώστους.

Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2016

Γ΄κύκλος 27η Τακτική Κυριακή


Ο Θεός Πατέρας είναι εδώ για να μας βοηθήσει να περάσουμε τα όρια μας.

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2016

Ο Ευαγγελιστής Λουκάς, όπως μας πληροφορεί στην αρχή του Ευαγγελίου του (Λκ 1,1-
4), όταν το έγγραφε είχε κατά νου δύο πράγματα, α) την εποχή που έζησε και έδρασε ο Ιησούς, δηλαδή μεταξύ του 27-30 της εποχής μας, για να αποδώσει, στο μέτρο που του ήταν ανθρώπινα δυνατόν, σωστά τα γεγονότα που περιέγραφε. Και β) την κοινότητα των μαθητών της εποχής του 70-80 για χάρη και προς όφελος της οποίας έγραφε. Με με τις χαρές, τις λύπες, τους προβληματισμούς, και τις ανάγκες της στη δεκαετία στην οποία ήθελε να προσφέρει φως για να κατανοήσουν τα γεγονότα που ζούσαν και να τους προσφέρει πίστη για την αντιμετώπισή τους, κάτω από το φως του Ευαγγελίου.
Στα προηγούμενα κεφάλαια ο Ευαγγελιστής είχε παραθέσει τη διδασκαλία του Ιησού σχετικά με την Ευσπλαχνία του Θεού Πατέρα και με το πνεύμα με το οποίο πρέπει να ζουν οι μαθητές, ώστε η ζωή τους να είναι μαρτυρία της ευσπλαχνίας του Θεού για τους ανθρώπους.
Συνέχισε με το ότι πρέπει να χειρίζονται τα γήινα αγαθά: με σύνεση και εξυπνάδα, ως εργαλεία και μέσα για να κάνουν το καλό και να δείχνουν την ευσπλαχνία τους.
Αμέσως πριν από την περικοπή μας είχε μιλήσει για το πνεύμα της συγγνώμης, με το οποίο έπρεπε να αντιμετωπίζουν τις δύσκολες καταστάσεις και είχε καταλήξει με την υπόδειξη «Αν ο αδερφός σου σού κάνει κακό, συμβούλεψέ τον και συγχώρησέ τον. Αν σου κάνει κακό πολλές φορές την ημέρα κι έρθει άλλες τόσες και σου πει “μετανοώ”, να τον συγχωρήσεις μέχρι εβδομήντα φορές επτά ».

Τότε οι μαθητές απόρησαν και ένιωσαν το βάρος των λόγων του Ιησού.

Ας ακούσουμε από το Ανάγνωσμα, από το κατά Λουκά άγιο Ευαγγέλιο (Λ κ 17,5-10), το αίτημά τους και την απάντηση του Ιησού :

Εκείνο τον καιρό οι Απόστολοι είπαν στον Κύριο: «Αύξησε την πίστη μας». Κι εκείνος τους είπε: «Αν είχατε πίστη σαν κόκκο σιναπιού, θα λέγατε σ’ αυτή τη μουριά: “ξεριζώσου και πήγαινε να φυτρώσεις στη θάλασσα” κι εκείνη θα σας υπάκουε.
»Ποιος από σας, όταν ο δούλος του, που τον έχει για να οργώνει τα χωράφια ή να βόσκει τα πρόβατα, έρθει στο σπίτι από το χωράφι, θα του πει: “έλα αμέσως και κάθισε να φας”; Δε θα του πει μάλλον: “ετοίμασε να δειπνήσω, ζώσου την ποδιά κι υπηρέτησέ με ώσπου να φάω και να πιω, και μετά θα φας και θα πιεις κι εσύ”; Πρέπει μήπως να χρωστάει χάρη στο δούλο, επειδή έκανε αυτό που τον διέταξε; Δεν το νομίζω. Έτσι κι εσείς, όταν κάνετε όλα όσα σας προστάζει ο Θεός, να λέτε: “είμαστε ανάξιοι δούλοι· κάναμε αυτό που οφείλαμε να κάνουμε”».
Λόγος του Κυρίου

Αντιμέτωποι με μια τέτοια υπόδειξη του Ιησού για συγγνώμη χωρίς όρια, οι μαθητές συνειδητοποιούν τη μικρότητα και την ανικανότητά τους και καταλαβαίνουν ότι από μόνοι τους δεν έχουν τη δύναμη να ανταποκριθούν. Και τι κάνουν; Μια προσευχή: «Αύξησε την πίστη μας».
Η προσευχή είναι το να κάνουμε χώρο στο Θεό να μας μιλήσει, να επέμβει στη ζωής μας, άρα να του δείξουμε περισσότερη εμπιστοσύνη και διαθεσιμότητα και να τον αφήσουμε να μας κάνει σημείο της παρουσίας του μέσα στον κόσμο.

Το αίτημα των Αποστόλων δείχνει ακόμη ότι η πίστη είναι ένα κατόρθωμα του ανθρώπου και δεν είναι κάτι που το κατέχουμε μια φορά για πάντα ή κάτι που μπορούμε να το μάθουμε και στη συνέχεια να το βάζουμε σε πράξη, αλλά ότι κάποιος έρχεται αρωγός με μια δωρεά στην προσπάθειά μας να αλλάξουμε νοοτροπία, να βγούμε από τον εαυτόν μας, να πάμε σε συνάντηση κάποιου, εκείνου που προσφέρει, να τον εμπιστευτούμε και μαζί του να ζήσουμε, και αυτός να φροντίζει, ερχόμενος βοηθός, για την καλή μας πρόοδο στην πίστη.
Η απάντηση του Ιησού είναι καθησυχαστική, αλλά και παράξενη. Δεν χρειάζεται, μας λέει, ποσότητα, αλλά ποιότητα, χρειάζεται να είναι αυθεντική, γνήσια και ανιδιοτελής, τότε ακόμη και αν η πίστη οδηγεί τον πιστό σε απρόσμενες καταστάσεις.

Πιστεύω, δεν είναι η ικανότητα να μάθουμε κάτι ή να κατανοήσουμε κάποια αφηρημένη αλήθεια ως πραγματικότητα. Πίστη είναι η ικανότητα, με τη βοήθεια του Ιησού, να εγκαινιάσουμε, να αναπτύξουμε και να ζήσουμε μια βαθειά σχέση εμπιστοσύνης με το Θεό, που μας αγαπά και μας έπλασε ικανούς να αναπτύξουμε μια σχέση εμπιστοσύνης μαζί του. Μια σχέση που αγκαλιάζει όλη τη ζωή του πιστού, χωρίς να αφήνει καμιά πτυχή της έξω. Ιδού τι εννοεί ως πίστη ο Ιησούς όταν λέει: η πίστη σου σε έσωσε.

Η Αποδοχή του δώρου, απόλυτη εμπιστοσύνη και βίωμα του δώρου, με βάση όχι μόνο τις δυνάμεις μας και τις ικανότητές μας, αλλά με τη συμπαράσταση του Θεού. Αυτή η σχέση μάς κάνει να δούμε τα πράγματα γύρω μας διαφορετικά, στη σωστή τους διάσταση, και να ενεργήσουμε, όχι σύμφωνα με τις όποιες δυνατότητές μας, αλλά σύμφωνα με τη χάρη του που ενεργεί σε μας.