Σάββατο 30 Απριλίου 2016

Κυριακή του Πάσχα 2016

Κυριακή του  Πάσχα. Το τελευταίο σύνορο,  η Ανάσταση

Κυριακή 1 Μαΐου 2016

Η σιωπή του Μεγάλου Σαββάτου μας μαθαίνει ότι πρέπει να περιμένουμε ακόμη και όταν τα πάντα μπροστά μας φαίνεται να λένε ότι είμαστε μπροστά στο τέλος.  “Βρήκαν την πέτρα κυλισμένη από την είσοδο του μνήματος. Μπήκαν μέσα αλλά δεν βρήκαν το σώμα του Ιησού” (Λκ 24,1-12). Ο Σταυρός δεν είναι το τέλος, είναι μόνο ένα πέρασμα,  όπως η αίθουσα γεννήσεων. Πρέπει να έχουμε την υπομονή να περιμένουμε. Αυτό που άρχισε πριν από εννέα μήνες, η κύηση, δεν τελειώνει με την εισαγωγή της εγκύου στην αίθουσα τοκετού, αλλά  με την έξοδό της από εκεί  με το νεογέννητο στην αγκαλιά της. Ταλαιπωρημένη, ναι,  αλλά ευτυχισμένη. Έτσι και ο χριστιανός, τόσο μπροστά στο Χριστό όσο και μπροστά στην ιστορία, μπορεί να ε*ίναι  ταλαιπωρημένος, αλλά πάντοτε σε αναμονή να κάνει δικιά του κάθε ευκαιρία που ο Θεός του δίνει για να φτάσει στην τελική σωτηρία.

Από το κατά Ιωάννη άγιο Ευαγγέλιο ( 20,1-9)


Την πρώτη μέρα μετά το Σάββατο, το πρωί, κι ενώ ήταν ακόμη σκοτεινά, έρχεται η Μαρία η Μαγδαληνή στο μνήμα και βλέπει την πέτρα μετατοπισμένη από την είσοδο του μνήματος. Τρέχει, λοιπόν, και πηγαίνει στο Σίμωνα Πέτρο και στον άλλο μαθητή που ο Ιησούς τον αγαπούσε, και τους λέει: «Πήραν τον Κύριο από το μνήμα και δεν ξέρουμε πού τον έβαλαν». Βγήκαν τότε έξω ο Πέτρος κι ο άλλος μαθητής κι έρχονταν στο μνήμα. Έτρεχαν κι οι δυο μαζί. Ο άλλος μαθητής όμως έτρεξε γρηγορότερα από τον Πέτρο κι έφτασε πρώτος στο μνήμα. 5Σκύβει μέσα για να δει και βλέπει τις πάνινες λουρίδες στο έδαφος, δεν μπήκε όμως μέσα. 6Έφτασε μετά κι ο Σίμων Πέτρος, που ερχόταν πίσω του, και μπήκε μέσα στο μνήμα. Εκεί βλέπει στο έδαφος τις πάνινες λουρίδες κάτω, και το σουδάριο με το οποίο είχαν δέσει το κεφάλι του Ιησού να μην είναι μαζί με τις λουρίδες, αλλά σε μια μεριά τυλιγμένο χωριστά. Εκείνη τη στιγμή, μπήκε μέσα κι ο άλλος μαθητής, που είχε έρθει πρώτος στο μνήμα, τα είδε αυτά και πίστεψε. Γιατί, ως τότε δεν είχαν καταλάβει τη Γραφή, που λέει ότι σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού ο Μεσσίας θ’ ανασταινόταν από τους νεκρούς.
Λόγος του Κυρίου.

Οι γυναίκες νωρίς τα ξημερώματα  πήγαιναν στο  μνήμα με σκοπό : να αποδώσουν τις τιμές που δεν είχαν μπορέσει την πρέπουσα στιγμή να αποδώσουν στο νεκρό. Βρήκαν την πέτρα κυλισμένη και το σώμα του νεκρού να λείπει. Η πρώτη σκέψη :  «Αφαίρεσαν το σώμα του Δασκάλου!»… Αυτό υπαγορεύει  η ανθρώπινη λογική των πραγμάτων. Τρέχουν να ειδοποιήσουν τους μαθητές. Και εκείνοι, μας λέει το ευαγγέλιο, έτρεχαν προς στο μνήμα κι οι δυο μαζί, ο Πέτρος και ο άλλος μαθητής, για να καταλάβουν τι συμβαίνει. Ο άλλος μαθητής, όμως, έτρεξε γρηγορότερα από τον Πέτρο κι έφτασε πρώτος στο μνήμα (Ιω 20,1-9)
Ο Σίμωνας Πέτρος είναι ο μαθητής ο ενθουσιώδης, ο πρόθυμος, αλλά μπροστά στο πάθος είχε λυγίσει. Εκπροσωπεί τους θεσμούς, την εξουσία  που είναι φορές που δεν δεν στέκονται στο ύψος των περιστάσεων.
Ο άλλος μαθητής που ο Ιησούς τον αγαπούσε, αλλά και εκείνος αγαπούσε το δάσκαλο, που είναι ο μόνος από τους μαθητές που έφτασε κάτω από το  σταυρό και εκείνος που έγινε αποδέκτης των τελευταίων λόγων του δασκάλου, και στο οποίον  ο Ιησούς εμπιστεύτηκε τη μητέρα του, εκπροσωπεί την αγάπη και το χάρισμα!
Η εξουσία και η αγάπη… τρέχουν να καταλάβουν, για να δουν, και είδαν και πίστεψαν στο τέλος. Είδαν λίγα πράγματα, αλλά κατάλαβαν περισσότερα!
Ο άλλος μαθητής, όμως, έτρεξε γρηγορότερα από τον Πέτρο κι έφτασε πρώτος στο μνήμα (Ιω 20,1-9). Πρώτος φθάνει ο μαθητής που ο Ιησούς τον αγαπούσε : η αγάπη  φτάνει πάντα πιο γρήγορα, είναι νεαρή, ευλύγιστη, τα πάντα μπορεί, και ακολουθεί ο Πέτρος… Το μυαλό, η εξουσία πάντα είναι πιο δυσκίνητα και πιο βαριά. Στο μνήμα είδαν  «σημεία» της εξόδου από το θάνατο. Ο τάφος, το σημάδι του πόνου, του χαμού,  της εγκατάλειψης,  αποδεικνύεται  σημείο ζωής Αναστημένης. Από δω και πέρα αλλάζει η προοπτική… η ζωή δεν πάει προς το θάνατο, αλλά προς την πληρότητά της, το τελευταίο σύνορο :  την Ανάσταση.

Πέμπτη 28 Απριλίου 2016

Μεγάλη Πέμπτη 2016



Έδειξε ότι τους αγαπούσε αληθινά και ολοκληρωτικά.


Μεγ. Πέμπτη 28 Απριλίου 2016

Κάθε άνθρωπος για να επικοινωνήσει με το συνάνθρωπό του, ή να εκφράσει τη σκέψη και τα αισθήματά του, χρησιμοποιεί σύμβολα, πχ χειρονομίες,  όπως  η χειραψία που μπορεί να σημαίνει χαρά για μια συνάντηση, τα συγχαρητήρια  για μια επιτυχία, αλλά και τη συμμετοχή σε κάποια θλίψη. Το φιλί, που είναι έκφραση αγάπης, χαιρετισμού ή συμπαράστασης σε λύπη. Ακόμη και η ομιλία, ο λόγος που συνοδεύει αυτές τις χειραψίες για να επεξηγήσει  και να διασαφηνίσει  την πραγματική έννοια της χειρονομίας ή του φιλιού, αν αυτά εκφράζουν χαρά ή λύπη, αποχωρισμό ή συνάντηση, ή εάν το φιλί είναι έκφραση της αγάπης δυο ερωτευμένων και όχι απλά ένας χαιρετισμός κοκ.
Το ίδιο κάνει και η Εκκλησία ακολουθώντας το παράδειγμα του Ιησού Χριστού.

Ο Αγ. Παύλος στην πρώτη επιστολή του. στους Πρώτη προς Κορινθίους 11,23-26), γράφει 
Αδελφοί, Εγώ αυτό παρέλαβα από τον ίδιο τον Κύριο, κι αυτό σας παρέδωσα: Ο Κύριος Ιησούς, τη νύχτα που ήταν να παραδοθεί στους σταυρωτές του, πήρε ψωμί, και, αφού έκανε ευχαριστήρια προσευχή, το τεμάχισε και είπε: «Λάβετε και φάγετε· αυτό είναι το σώμα μου, που τεμαχίζεται για χάρη σας. Αυτό να κάνετε στην ανάμνησή μου». Παρόμοια, όταν τέλειωσε το δείπνο, πήρε το ποτήρι και είπε: «Αυτό το ποτήριο είναι η νέα διαθήκη που επικυρώνεται με το αίμα μου. Όποτε πίνετε απ’ αυτό το ποτήριο, να το κάνετε στην ανάμνησή μου». Γιατί ωσότου να έρθει ο Κύριος, πάντοτε, όποτε τρώτε αυτό το ψωμί και πίνετε αυτό το ποτήριο, διακηρύττετε το θάνατο του Κυρίου.

Ενώ ο ευαγγελιστής Ιωάννης  στο Ευαγγέλιο  του 13, 1-15, μας αναφέρει το κάτωθι χαρακτηριστικό επεισόδιο:
Πριν από τη γιορτή του Πάσχα, ξέροντας ο Ιησούς πως ήρθε η καθορισμένη γι’ αυτόν ώρα να φύγει από τούτο τον κόσμο, και να πάει στον Πατέρα, έδειξε την αγάπη του ως το τέλος σ’ αυτούς που, μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο τού ανήκαν και τους αγαπούσε. Βρίσκονταν στο δείπνο, κι ο διάβολος είχε βάλει κιόλας στην καρδιά του Ιούδα του Ισκαριώτη, γιου του Σίμωνα, τη σκέψη να παραδώσει τον Ιησού στους εχθρούς του. Ο Ιησούς ήξερε ότι ο Πατέρας τού είχε δώσει απεριόριστη εξουσία, κι ότι από τον Πατέρα ήρθε και στον Πατέρα επιστρέφει. Σηκώνεται, λοιπόν, από το τραπέζι που δειπνούσαν, βγάζει το ιμάτιό του, παίρνει μια πετσέτα και τη ζώνεται· έπειτα βάζει νερό στη λεκάνη κι αρχίζει να πλένει τα πόδια των μαθητών και να τα σκουπίζει με την πετσέτα που είχε ζωστεί. Φτάνει λοιπόν και στο Σίμωνα Πέτρο· αυτός του λέει: «Εσύ, Κύριε, θα μου πλύνεις τα πόδια;» «Αυτό που κάνω εγώ», του αποκρίθηκε ο Ιησούς, «εσύ δεν το καταλαβαίνεις τώρα· θα το καταλάβεις όμως αργότερα». Του λέει ο Πέτρος: «Ποτέ δε θα σ’ αφήσω να μου πλύνεις τα πόδια». «Αν δεν σε πλύνω», του αποκρίθηκε ο Ιησούς, «δεν έχεις θέση κοντά μου». Του λέει τότε ο Σίμων Πέτρος: «Αν είναι έτσι, Κύριε, όχι μόνο τα πόδια να μου πλύνεις αλλά και τα χέρια και το κεφάλι». «Αυτός που έχει κάνει λουτρό», του λέει ο Ιησούς, «είναι ολόκληρος καθαρός και δεν έχει ανάγκη να πλύνει παρά μόνο τα πόδια του. Εσείς είστε καθαροί, όχι όμως όλοι». Ο Ιησούς ήξερε αυτόν που θα τον παραδώσει· γι’ αυτό είπε «δεν είστε όλοι καθαροί».
Όταν τους έπλυνε τα πόδια, φόρεσε το ιμάτιό του, πήρε πάλι τη θέση του στο τραπέζι και τους είπε: «Καταλαβαίνετε τι έκανα σ’ εσάς; Εσείς με φωνάζετε “Διδάσκαλε” και “Κύριε”, και σωστά το λέτε, γιατί είμαι. Αν, λοιπόν, εγώ ο Κύριος κι ο Διδάσκαλος σας έπλυνα τα πόδια, έχετε κι εσείς την υποχρέωση να πλένετε ο ένας τα πόδια του άλλου. Σας έδωσα το παράδειγμα, για να κάνετε κι εσείς όπως έκανα εγώ
 Λόγος του Κυρίου 

Ακούσαμε τον Αγ. Παύλο να λέει στους Κορινθίους, όπως βέβαια και οι άλλοι ευαγγελιστές, ότι ο Ιησούς ταύτισε το ψωμί και το κρασί που μοίρασε στους μαθητές του, με τον ίδιο τον εαυτόν του. Έτσι, το τελευταίο δείπνο με τους μαθητές του, έγινε το τελετουργικό  της δωρεάς της Ζωής του στους μαθητές του. Το κατέστησε σύμβολο (βάζω μαζί νοήματα)  της  ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ  του με τους μαθητές του, αλλά και των μαθητών του μεταξύ τους. Τόσο διαχρονικά,  όσο και συγχρονικά. Κοινωνία ζωής, όμως, χωρίς υπηρεσία δεν υπάρχει. Ιδού το νόημα του συμβολισμού του πλυσίματος των ποδιών των μαθητών εκ μέρους του Ιησού, που ακούσαμε στην ευαγγελική περικοπή.

Σάββατο 23 Απριλίου 2016

Κυριακής τον Βαΐων,

«Σε βεβαιώνω πως σήμερα κιόλας θα είσαι μαζί μου στον παράδεισο»

Κυριακή 14 Απριλίου

Η λειτουργία της Κυριακής τον Βαΐων, με την οποία  περνάμε την Πόρτα της Μεγάλης Εβδομάδας και μάλιστα μαζί με όλο εκείνο το πλήθος που τότε είχε υποδεχτεί τον Ιησού στην Ιερουσαλήμ, σήμερα συμβολίζεται με την τελετή του αγιασμού των Βαΐων εκτός του ενοριακού Ναού και με μια λιτανεία κατευθυνόμαστε προς αυτόν.  Εκεί διαβάζουμε το Πάθος του Ιησού  από το κατά Λουκά  Ευαγγέλιο, όπου… το «Ωσαννά» γίνεται «Σταύρωσον»!!! και ίσως δοθεί η εντύπωση  ότι, τελικά, το πάνω χέρι το έχει το κακό, μιας και οι πρωταγωνιστές, ο ένας μετά τον άλλον, υποκύπτουν :  ποιος στον πειρασμό… ποιος από φόβο… ποιος προδίδει… ποιος απαρνείται. 
Μέσα σε αυτή τη νύχτα του μίσους, μένει μόνο ο Ιησούς για να δώσει μαρτυρία για  την αγάπη του Πατέρα, αλλά και της αγάπης και αφοσίωσης για μας τους μαθητές του και όλους τους ανθρώπους, και το κάνει προσφέροντας τη ζωή του, όπως είχε πει: «Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αγάπη από εκείνη που ο φίλος θυσιάζει τη ζωή του για χάρη των φίλων του». Αυτό επισφραγίζεται πάνω στο Σταυρό.
Στο διάλογό του με το σύντροφο των παθημάτων και της συμφοράς, το μετανοιωμένο ληστή όπως τον αποκαλεί η χριστιανική παράδοση που του είχε πει : «Θυμήσου με, Κύριε, όταν έρθεις στη βασιλεία σου», ο Ιησούς του απάντησε: «Σε βεβαιώνω πως σήμερα κιόλας θα είσαι μαζί μου στον παράδεισο»… Αυτός του ζητά να μην τον ξεχάσει, Εκείνος του προσφέρει μια άδεια εισόδου! Εδώ έχουμε τη σύνοψη του Ευαγγελίου της ευσπλαχνίας. Φτάνει μια προσευχή, και τα λάθη μιας ζωής ξεπερνιούνται. Το ‘‘σήμερα’’ της  Σωτηρίας έρχεται όταν όλα φαίνονται ότι οδηγούν στην καταστροφή.
Εισερχόμενοι την πόρτα της Κυριακής των Βαΐων, αρχίζουμε μια πορεία που μας οδηγεί στο σήμερα της Σωτηρίας που μας προσφέρεται με το Πασχαλινό τριήμερο,  οποιοδήποτε και αν είναι το παρελθόν μας. Μπορούμε να τη δεχτούμε και να είναι και για μας χαράς ευαγγέλια. 

ΠΑΣΧΑΛΙΝΟ ΤΡΙΗΜΕΡΟ: Μεγάλη Πέμπτη: Έδειξε ότι τους αγαπούσε αληθινά και ολοκληρωτικά, το ευαγγέλιο μάς λέει «Πριν από τη γιορτή του Πάσχα, ξέροντας ο Ιησούς πως ήρθε η καθορισμένη γι’ αυτόν ώρα να φύγει από τούτο τον κόσμο και να πάει στον Πατέρα, έδειξε την αγάπη του ως το  τέλος σ’ αυτούς  που,  μέσα  σ’αυτόν τον κόσμο του ανήκαν και τους αγαπούσε» (Ιω 13,1). Αυτά τα λόγια του ευαγγελίου μάς εισάγουν στο πασχαλινό τριήμερο, για να μας δείξουν με ποια αγάπη μάς αγάπησε  και η οποία τον οδήγησε πάνω στο Σταυρό για να μείνει πιστός σε αυτή την αγάπη. Μεγάλη Παρασκευή : Ο Θεός Πατέρας, για να δείξει το εύρος της και την αυθεντικότητά της, δεν τον άφησε να γνωρίσει τη φθορά του θανάτου, αλλά τον ανέστησε εκ νεκρών - Κυριακή του Πάσχα.

Ως μαθητές του Χριστού δεν χρειάζεται να  κάνουμε κάτι το συνταρακτικό, απλά να ακολουθήσουμε το παράδειγμά του. Όπως εκείνος, να μάθουμε να είμαστε στη διάθεση των άλλων, στην υπηρεσία τους και στην υπηρεσία του κοινού καλού, για να αναστήσει και εμάς ο Θεός Πατέρας

Παρασκευή 15 Απριλίου 2016

5η Κυριακή της Τεσσαρακοστής (Ιω 8, 1-11)


Η ασπλαχνία και η ευσπλαχνία :  Η μια απέναντι στην άλλη

Κυριακή 17 Απριλίου 2016

Οι ειδήσεις, ιδιαίτερα οι πικάντικες, τρέχουν γρήγορα και μαζεύουν κόσμο… τους έπιασαν... αυτός όμως το έσκασε, εντάξει, άνδρας είναι … η γυναίκα όμως; Στις νοοτροπίες της εποχής, εκείνη πάντα την πληρώνει. Τη φέρνουν, λοιπόν, και την αφήνουν μπροστά στον Ιησού :  «Διδάσκαλε, αυτή τη γυναίκα την έπιασαν επ’ αυτοφώρω να διαπράττει μοιχεία.  Ο Μωυσής, στο νόμο, μας έχει δώσει εντολή να λιθοβολούμε τέτοιου είδους γυναίκες. Εσύ τι γνώμη έχεις;». Ο σκοπός τους δεν ήταν η απόδοση δικαιοσύνης, θέλουν να δουν αν ο ξυλουργός από τη Ναζαρέτ που κάνει το Ραβί, θα αγνοήσει το νόμο του Μωυσή για χάρη της διδασκαλίας του ή όχι; Ο Φιλεύσπλαχνος Θεός, που διδάσκει, θα ξαναδώσει τη θέση του στον Θεό δίκαιο Τιμωρό;
Η σημερινή περικοπή είναι πραγματικά αυτό που λέμε :  χαράς ευαγγέλιο.

Ανάγνωσμα  από το κατα  Ιωάννη Ευαγγέλιο (Ιω 8, 1-11).

Ο Ιησούς πήγε στο όρος των Ελαιών. Αλλά πρωί πρωί γύρισε πάλι στο ναό, κι όλο το πλήθος ερχόταν κοντά του. Αυτός κάθισε και τους δίδασκε. Τότε οι δάσκαλοι του νόμου και οι Φαρισαίοι φέρνουν μια γυναίκα που την είχαν πιάσει να διαπράττει μοιχεία· την έβαλαν στη μέση και του είπαν: «Διδάσκαλε, αυτή τη γυναίκα την έπιασαν επ’ αυτοφώρω να διαπράττει μοιχεία. Ο Μωυσής στο νόμο μάς έχει δώσει εντολή να λιθοβολούμε τέτοιου είδους γυναίκες. Εσύ τι γνώμη έχεις;» Αυτό το ’λεγαν για να του στήσουν παγίδα, ώστε να βρουν κάποια κατηγορία εναντίον του. Ο Ιησούς τότε έσκυψε κάτω και με το δάχτυλο έγραφε στο χώμα. Καθώς όμως επέμεναν να τον ρωτούν, σηκώθηκε πάνω και τους είπε: «Όποιος από σας είναι αναμάρτητος, ας ρίξει πρώτος πέτρα πάνω της». Κι έσκυψε πάλι κάτω κι έγραφε στο χώμα. Αυτοί όμως, όταν άκουσαν την απάντηση, άρχισαν με πρώτους τους γεροντότερους να φεύγουν ένας ένας, μέχρι και τον τελευταίο· κι έμεινε μόνος ο Ιησούς και η γυναίκα στη μέση. Τότε σηκώθηκε όρθιος ο Ιησούς και τη ρώτησε: «Γυναίκα, πού είναι οι κατήγοροι σου; Κανένας δε σε καταδίκασε;» «Κανένας, Κύριε», απάντησε εκείνη. «Ούτε εγώ σε καταδικάζω», της είπε ο Ιησούς· «πήγαινε, κι από ’δω και πέρα μην αμαρτάνεις πια».

Λόγος του Κυρίου

Ο Ιησούς διακριτικότατα σωπαίνει. Σκύβει και αρχίζει να κάνει ορνιθοσκαλίσματα στο έδαφος. Κάνοντας αυτό ο Ιησούς δείχνει ότι δεν ενδιαφέρεται για νομοθεσίες και  απόδοση  ευθυνών. Ενδιαφέρεται για  τους ανθρώπους και  γι’ αυτό παίρνει το χρόνο του, τους δίνει καιρό να σκεφτούν τα λεγόμενά τους. Ας σημειωθεί ότι ο εβραϊκός θεσμός του λιθοβολισμού, προβλέπει ότι την πρώτη πέτρα πρέπει να τη ρίξουν οι αυτόπτες μάρτυρες και έτσι να αναλάβουν την ευθύνη της καταδίκης. Δεν αλλάζουν γνώμη και επιμένουν και ο Ιησούς τους βάζει με τη σειρά του μπροστά στις ευθύνες, αλλάζοντας τη νομοθεσία που προαναφέραμε και τους λέει: «Όποιος από σας είναι αναμάρτητος, ας ρίξει πρώτος την πέτρα».

Παρασκευή 8 Απριλίου 2016

4η Κυριακή της Τεσσαρακοστής (Λκ.15,1-3.11-32)


Συμπόνια:  Η αποκατάσταση της χαμένης αξιοπρέπειας

Κυριακή  10 Απριλίου  2016

            Πολλές φορές  χρειάζεται να χάσουμε κάτι για να το εκτιμήσουμε. Η παραβολή μάς παρουσιάζει κάποιον, ένα γιό  που αφήνει την ηρεμία και την ειρήνη  του πατρικού  σπιτιού και  την οικογένεια, για να ανοίξει τους δικούς του ορίζοντες και να ταξιδέψει σε ξένες χώρες και χώρους, γιατί πιστεύει ότι εκεί θα έχει μια ολοκληρωμένη δικιά του ζωή, πράγμα  που στο σπίτι του δεν μπορεί να πετύχει, εκεί υπάρχει  η επιρροή του πατρικού σπιτιού και της οικογένειας που τον περιορίζουν. Όταν περάσει ο πρώτος ενθουσιασμός και  καταναλωθούν τα αγαθά και ξεθυμάνει  το «μεθύσι» της αποκτημένης ελευθερίας, αργά ή γρήγορα  οι καθημερινές ανικανοποίητες  ανάγκες κάνουν να φανεί τι ακριβώς είναι αυτές οι «έξω από το σπίτι ευκαιρίες, σε άλλα μέρη » που τόσα υπόσχονται… είναι κούφιες. Η διαπίστωση αυτή μπορεί να οδηγήσει στο  πρώτο -συχνά επώδυνο- βήμα προς την απελπισία  ή  στην ευκαιρία,  ώστε με ταπεινότητα να βρει κάποιος τον εαυτόν του,  να μαζέψει τα κομμάτια της ύπαρξής του, να αρχίσει την αποκατάσταση και την ανασυγκρότησή της και στη συνέχεια να προοδεύσει, όπως συνέβηκε στο νεαρό γιό της παραβολής.

Ας ακούσουμε την παραβολή μας από το κατά Λουκάν άγιο ευαγγέλιο.


Όλοι οι τελώνες και οι αμαρτωλοί συνήθιζαν να πλησιάζουν τον Ιησού και να τον ακούνε. Οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς διαμαρτύρονταν, λέγοντας ότι αυτός δέχεται αμαρτωλούς και τρώει μαζί τους. Εκείνος τότε τους είπε την ακόλουθη παραβολή: «Κάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους. Ο μικρότερος απ’ αυτούς είπε στον πατέρα του: “πατέρα, δώσε μου το μερίδιο της περιουσίας που μου αναλογεί”· κι εκείνος τους μοίρασε την περιουσία. Ύστερα από λίγες μέρες ο μικρότερος γιος τα μάζεψε όλα κι έφυγε σε χώρα μακρινή. Εκεί σκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή. Όταν τα ξόδεψε όλα, έτυχε να πέσει μεγάλη πείνα στη χώρα εκείνη, και άρχισε κι αυτός να στερείται. Πήγε λοιπόν κι έγινε εργάτης σε έναν από τους πολίτες εκείνης της χώρας, ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια του να βόσκει χοίρους. Έφτασε στο σημείο να θέλει να χορτάσει με τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, αλλά κανένας δεν του έδινε. Τελικά συνήλθε και είπε: “πόσοι εργάτες του πατέρα μου έχουν περίσσιο ψωμί, κι εγώ εδώ πεθαίνω της πείνας! Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω: πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ’ εσένα· δεν είμαι άξιος πια να λέγομαι γιος σου· κάνε με σαν έναν από τους εργάτες σου”. Σηκώθηκε, λοιπόν, και ξεκίνησε να πάει στον πατέρα του.
Ενώ ήταν ακόμη μακριά, τον είδε ο πατέρας του, τον σπλαχνίστηκε, έτρεξε, τον αγκάλιασε σφιχτά και τον καταφιλούσε. Τότε ο  γιος  του  του  είπε: “πατέρα, αμάρτησα  στο  Θεό και σ’ εσένα και δεν αξίζω να λέγομαι παιδί σου”. Ο πατέρας όμως γύρισε στους δούλους του και τους διέταξε: “βγάλτε γρήγορα την καλύτερη στολή και ντύστε τον· φορέστε του δαχτυλίδι στο χέρι και δώστε του υποδήματα. Φέρτε το σιτευτό μοσχάρι και σφάξτε το να φάμε και να ευφρανθούμε, γιατί αυτός ο γιος μου ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε”. Έτσι άρχισαν να ευφραίνονται.
Ο μεγαλύτερος γιος του βρισκόταν στο χωράφι· και καθώς ερχόταν και πλησίαζε στο σπίτι, άκουσε μουσικές και χορούς. Φώναξε, λοιπόν, έναν από τους υπηρέτες και ρώτησε να μάθει τι συμβαίνει. Εκείνος του είπε: “γύρισε ο αδερφός σου, κι ο πατέρας σου έσφαξε το σιτευτό μοσχάρι, γιατί του ήρθε πίσω γερός”. Αυτός τότε θύμωσε και δεν ήθελε να μπει μέσα. Ο πατέρας του βγήκε και τον παρακαλούσε, εκείνος όμως του αποκρίθηκε: “εγώ τόσα χρόνια σού δουλεύω και ποτέ δεν παράκουσα καμιά εντολή σου· κι όμως σ’ εμένα δεν έδωσες ποτέ ένα κατσίκι για να ευφρανθώ με τους φίλους μου. Όταν όμως ήρθε αυτός ο γιος σου, που κατασπατάλησε την περιουσία σου με πόρνες, έσφαξες για χάρη του το σιτευτό μοσχάρι”. Κι ο πατέρας του του απάντησε: “παιδί μου, εσύ είσαι πάντοτε μαζί μου κι ό, τι είναι δικό μου είναι και δικό σου. Έπρεπε όμως να ευφρανθούμε και να χαρούμε, γιατί ο αδερφός σου αυτός ήταν νεκρός κι αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε”».

Λόγος του Κυρίου


Ας πάρουμε τους πρωταγωνιστές αυτής της παραβολής.

      Ο ΠΑΤΕΡΑΣ : Ας ξεκινήσουμε συνοψίζοντας τη σκέψη του πατέρα της παραβολής ως εξής:  «Μέχρι σήμερα ήμουν για σας ο πατέρας και εσείς τα παιδιά μου, γιατί έτσι μου δωρίθηκε από τη γέννησή σας. Σας προστάτευα, σας παρείχα οικονομική σιγουριά  και σεις  με υπακούσατε, με τιμήσατε, με υπηρετήσατε… ίσως δεν μπορούσατε να κάνετε και διαφορετικά.
Από σήμερα, όμως, είστε ελεύθεροι να διαλέξετε το πώς θα είσαστε  ή όχι  παιδιά μου. Σας δίνω, λοιπόν, ό,τι χρειάζεστε, τα αγαθά, για να μπορέσετε αυτόνομα, ελεύθερα να αποφασίσετε.».
Στον Μικρό το μερίδιό του. Στον Μεγάλο ό, τι είναι δικό μου είναι δικό σου. Αυτή είναι μια απόφαση με ρίσκα και για τις τρεις πλευρές. Και  αρχίζει το  δράμα μιας παρεξηγημένης αγάπης.

Ο ΜΙΚΡΟΣ  γιός  πιστεύει ότι η ολοκλήρωσή του είναι μακριά από τον  πατέρα  του. Ο  ΜΕΓΑΛΟΣ  μένει με τον Πατέρα από ψυχρό υπολογισμό και ονειρεύεται μια γιορτή χωρίς τον Πατέρα. Και οι δυο από διαφορετικούς δρόμους, έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο με την κρίση.
Ο μικρός αποδείχθηκε κακός διαχειριστής των αγαθών και της ελευθερίας του. Καταστράφηκε και έφτασε  στην απελπισία  και « εις εαυτόν δε ελθών » αντιλαμβάνεται : α) ότι το μόνο που μπορεί και ξέρει να κάνει είναι να σπαταλά δυνάμεις, πόρους, ελευθερία,  β) ότι  δεν μπορεί να ελπίζει βοήθεια από κανέναν, είναι μόνος, άρα  και χαμένος, και  είναι φτωχός,  γ) Μια διέξοδος, που και αυτή δεν είναι η επιθυμητή λύση, να εργάζεται για ένα αφεντικό, που φροντίζει για την απόδοση της επένδυσής του, χοίροι, και όχι για το μισθωτό του. Δεν τον αφήνουν να φάει τα χαρούπια, γιατί είναι για τους χοίρους που  πρέπει  να  παχύνουν, είναι  η  επένδυση  του  αφεντικού  και  πρέπει  να  αποδώσει, δ) Συνειδητοποιεί ότι στο σπίτι του πατέρα του γίνεται το αντίθετο,  φροντίζουν για την καλοπέραση και των μισθωτών.
Η υπεροψία  φέρνει το χαμό, η ταπεινοφροσύνη (επιστροφή στο σπίτι του πατέρα) φέρνει τη σωτηρία. Ο αμαρτωλός έχει ένα αβαντάζ : συνειδητοποιεί το «απροχώρητο» στο οποίο ο εγωισμός τον οδήγησε.

Ο ΜΕΓΑΛΟΣ γιός διαθέτει  αναπτυγμένο το  αίσθημα της  δικαιοσύνης : «εγώ είμαι εντάξει, οι άλλοι δεν είναι σαν και εμένα.»  Αυτή η υπεροψία τον οδήγησε σταδιακά στη σκλήρυνση της καρδιάς του. Δεν αισθάνεται αδελφός, δεν μπορεί να συμμετέχει στη γιορτή του πατέρα του για τον αδελφό. Τον πατέρα  τον αντιλαμβάνεται ως ένα αφεντικό που δεν του αναγνωρίζει τα δικαιώματά  του.
Και για το μεγάλο η ώρα της κρίσης ήρθε, όχι με την καταστροφή, αλλά με τη φθορά του χρόνου. Και σ’ αυτόν τέθηκε το ερώτημα της υπεροψίας ή της ταπεινοφροσύνης. 

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ  αποκαθιστά το μικρό γιο στη χαμένη του αξιοπρέπεια και συνδιαλέγεται με το μεγάλο για να τον βγάλει από την ομίχλη της σκληροκαρδίας του.
Αυτά είναι τα παράδοξα της αγάπης, κάποιος την προσφέρει και στην αρχή δεν γίνεται κατανοητή. Γίνεται αντιληπτή, για παράδειγμα, στην παραβολή μας ως περιορισμός της ελευθερίας. Η αλλαγή της νοοτροπίας, για να μπορέσει να δει καθαρά και να εκτιμήσει,  γίνεται επίπονα, αλλά όταν γίνει  δεκτή  δωρίζει χαρά, από κάποιον άλλον.
Ο καθένας μας επιθυμεί μια ζωή γεμάτη και ολοκληρωμένη. Σε όλους ο Θεός δίνει  τα κατάλληλα εφόδια, αλλά ζητά και τη συνεργασία μας με την καλή της  χρήση, ώστε η ζωή μας να γεμίζει και να ολοκληρώνεται και να είναι καρπός της προσπάθειάς μας, της αναζήτησής μας και της συνύπαρξής μας μαζί Του.
Για όλους, αργά ή γρήγορα, έρχεται  η στιγμή που «πιάνεις πάτο του βαρελιού, που πίστευες ότι θα έβρισκες το θησαυρό. Τότε γυρίζεις το βλέμμα προς τα πάνω και βλέπεις, ίσως στην αρχή, θολά τον ουρανό!!!».
Η εμπειρία της επιστροφής δεν είναι τραυματική, αλλά γεμάτη τρυφερότητα και επανεντάσσει  πέρα από κάθε αναμονή. Είναι εμπειρία κοινωνίας ζωής με τον σπλαχνικό πατέρα, που μεταμορφώνει.
Μπορούμε να κάνουμε και μια πολιτική ανάγνωση της παραβολής. 
Η ανασυγκρότηση που μικρού γιού  αρχίζει από τη διαπίστωση ότι  στο σπίτι του πατέρα  του, όλοι, εργοδότες και εργαζόμενοι, περνούσαν καλά, υπήρχε  αφθονία φαγητού,  επειδή  εκεί επικρατεί  η οικονομία της κοινωνίας,  δηλαδή  «εργάζονται για το κοινό καλό,  το κοινό συμφέρον, άρα είναι αποδοτικοί», ενώ εκεί που αυτός, από ανάγκη, οδηγήθηκε  να εργάζεται, βασιλεύει  η οικονομία της συσσώρευσης των αγαθών και η απόδοση της επένδυσης  του αφεντικού. Δεν τον άφηναν να φάει από τα χαρούπια, γιατί έπρεπε οι χοίροι να παχύνουν και  όχι εκείνος, σ’ αυτόν, δε, είχε δοθεί μισθός πείνας.  Έξω από το σπίτι του : εγωισμός,  άρα  μοναξιά, ο καθένας για τον εαυτόν του. Στο σπίτι του : σύμπνοια και ευτυχής συνύπαρξη. Αυτό επιβεβαιώνει ακόμη μια φορά, αφού μόλις γυρίσει,  ο πατέρας τον κάνει δεχτό με χαρά και  αγαλλίαση, με  συμπόνια και  με ευσπλαχνία  και τον αποκαθιστά  στην αξιοπρέπεια «του υιού» πριν ακόμη  αυτός του ζητήσει συγγνώμη. Είναι ο Πατέρας που μοιράζεται τη ζωή με τα παιδιά, ακόμη και όταν τα παιδιά δεν  καταλαβαίνουν. Ωστόσο ο μεγάλος  γιός που είχε μείνει στο σπίτι δεν καταλάβαινε τον πατέρα.  Έμεινε από «δεύτερους σκοπούς» που δεν τον άφηναν να χαρεί το γεγονός τού  «ό,τι είναι δικό μου είναι και δικό σου, αυτό και για την αποκατάσταση του μικρού είχε μείνει» :  η χαρά της συνύπαρξης  με τον αδελφό που επιστρέφει δεν τον αγγίζει, βλέπει έναν άσωτο, πρέπει να τιμωρηθεί, και εκείνος μένει στα δικά μου δικά μου, εγώ να διασκεδάσω με τους δικούς  μου, το κατσικάκι μου. 
Ο Θεός  είναι  αυτός που προσφέρει την αγάπη του σε όλους, ωστόσο μπορεί να μη γίνει δεκτός, και έτσι να μας φαίνεται μεροληπτικός για όσους τη δέχονται.

Παρασκευή 1 Απριλίου 2016

3η Κυριακή της Τεσσαρακοστής - Λκ 13,1-9.



Κάθε  μέρα : Είναι μια ευκαιρία  που δεν πρέπει να πάει χαμένη

Κυριακή 3 Απριλίου 

Στο σημερινό ευαγγέλιο έχουμε δυο περιστατικά, στο πρώτο σχολιάζεται  μια  αιματηρή καταστολή εκ μέρους των Αρχών κάποιου κινήματος ή διαμαρτυρίας, και για ένα φοβερό ατύχημα σε τόπο εργασίας, όλοι μιλάνε… τότε στα ευκαιριακά  πηγαδάκια, τώρα ας προσθέσουμε και τα ΜΜΕ. Για το γεγονός αυτό ακούγονται πολλές εκδοχές, δίνονται πολλές ερμηνείες και προς όλες τις κατευθύνσεις, λέγονται πολλά λόγια  - πάντοτε οι  άλλοι φταίνε. Έτσι και τότε, κάποιοι σχολίαζαν δυο βίαια περιστατικά Ο Ιησούς, χωρίς να πάρει θέση υπέρ του ενός ή του άλλου, προς μεγάλη έκπληξη των παρόντων τραβά την προσοχή συζητητών και ακροατών του προς μια άλλη κατεύθυνση.
Και το δεύτερο είναι μια παραβολή του Ιησού που αφορά μια άκαρπη συκιά: ο γαιοκτήμονας είχε αποφασίσει να την καταστρέψει, ενώ ο γεωργός που την έχει προσπαθεί να τη σώσει.

Ας ακούσουμε, λοιπόν, τι μας παραδίδει το κατά Λουκά άγ. Ευαγγέλιο.

Εκείνο τον καιρό πήγαν στον Ιησού μερικοί και του αφηγήθηκαν για τους Γαλιλαίους, τους οποίους σκότωσε ο Πιλάτος την ώρα που πρόσφεραν θυσία, κι έτσι το αίμα τους ανακατεύτηκε με το αίμα των ζώων που θυσιάζονταν. Ο Ιησούς τους είπε: «Νομίζετε ότι αυτοί οι Γαλιλαίοι, επειδή τα ’παθαν αυτά, ήταν πιο αμαρτωλοί από όλους τους άλλους Γαλιλαίους;  Σας βεβαιώνω πως όχι· αν όμως δε μετανοήσετε, θα χαθείτε όλοι σας με τον ίδιο τρόπο.  Ή μήπως νομίζετε ότι εκείνοι οι δεκαοχτώ, που έπεσε πάνω τους ο πύργος στο Σιλωάμ και τους σκότωσε, ήταν χειρότεροι από όλους τους ανθρώπους που κατοικούν στην Ιερουσαλήμ; Σας βεβαιώνω πως όχι· αν όμως δεν μετανοήσετε, όλοι θα χαθείτε κατά τον ίδιο τρόπο».
Ο Ιησούς τους είπε ακόμη την ακόλουθη παραβολή: «Κάποιος είχε φυτέψει στο αμπέλι του μια συκιά· όταν όμως πήγε να μαζέψει απ’ αυτή σύκα, δε βρήκε. Είπε τότε στον αμπελουργό: “τρία χρόνια τώρα έρχομαι σ’ αυτήν τη συκιά να βρω σύκα και δε βρίσκω· κόψε την, λοιπόν, για να μην αχρηστεύει και το έδαφος”. Εκείνος του απάντησε: “άφησέ την, κύριε, κι ετούτη τη χρονιά, για να τη σκάψω γύρω γύρω και να της βάλω κοπριά. Και αν κάνει καρπό, την αφήνεις· αλλιώς, θα την κόψεις στο μέλλον”».

Λόγος του Κυρίου.


Ο Ιησούς, αφού άκουσε τα κακά μαντάτα, τις εκδοχές και ερμηνείες των συνομιλητών του, λέει : «Νομίζετε ότι αυτοί οι Γαλιλαίοι, επειδή τα ‘παθαν αυτά, ήταν πιο αμαρτωλοί από όλους τους άλλους Γαλιλαίους; Σας βεβαιώνω πως όχι· αν όμως δε μετανοήσετε, θα χαθείτε όλοι σας με τον ίδιο τρόπο» και θυμήθηκε και ένα άλλο επεισόδιο που δεν οφειλόταν στην ανθρώπινη μοχθηρία, αλλά σε κάποια άλλα αίτια :
 «Μήπως νομίζετε ότι εκείνοι οι δεκαοχτώ, που έπεσε πάνω τους ο πύργος στο Σιλωάμ και τους σκότωσε, ήταν χειρότεροι από όλους τους ανθρώπους που κατοικούν στην Ιερουσαλήμ;  Σας βεβαιώνω πως όχι· αν όμως δεν μετανοήσετε, όλοι θα χαθείτε κατά τον ίδιο τρόπο».
Με παράξενο τρόπο για τους τότε, αλλά πιθανόν και για μας σήμερα, τα συνδέει με τη μετάνοια. Την εποχή του Ιησού κάθε συμφορά ή ατυχία που εύρισκε κάποιον, είτε ήταν κάποιο ατύχημα, είτε αρρώστια, ερμηνευόταν ως τιμωρία Θεού. Αυτή η νοοτροπία, κατά κάποιο τρόπο, επιβιώνει και σε μας ακόμη σήμερα όταν πολλές φορές λέμε « τι έκανα ή τι έκανε και με βρήκε ή τον  βρήκε τέτοιο κακό », ή ακόμη και ευχόμαστε σε όποιον μας έχει βλάψει, ο Θεός να τον τιμωρήσει.
Όμως ο Ιησούς, με όλη του τη διδασκαλία, το έργο, το πάθος, το σταυρικό θάνατο και την Ανάστασή του,  αποκαλύπτει μια εικόνα του Θεού, που είναι εκεί έτοιμος να συγχωρήσει και όχι για να εκδικηθεί τη θεωρούμενη προσβολή.
Ο Ιησούς, ακολουθώντας το δικό του τρόπο, διηγείται μια παραβολή με κέντρο την τύχη ενός άγονου και άκαρπου δένδρου, στο οποίο είχαν δοθεί όσος καιρός και μέσα χρειαζόταν για να καρποφορήσει, που  έμειναν αναξιοποίητα. Τα περιθώρια τέλειωσαν.
Υπάρχει, όμως, και εκείνος, έχει υπομονή και θέλει να δοθεί ακόμη μια ευκαιρία πριν από το τέλος : ο κηπουρός ποτ πρεσβεύει υπέρ του δένδρου. Ο «κηπουρός»  είναι ο Ιησούς  που ζητά για μας  μια ευκαιρία ακόμη έτσι ώστε να αλλάξουμε τη νοοτροπία μας,  να ανασυγκροτηθούμε, να αναμορφώσουμε τη ζωή μας.
Το αφεντικό, που είναι συμπονετικό, ενδίδει. Όμως δεν είναι πια καιρός για λόγια, χρειάζονται καρποί, έργα.
Μια από τις ευκαιρίες που μας δίνονται, είναι και ο κατάλληλος καιρός. Σήμερα για μας ο πρόσφορος  καιρός είναι η Τεσσαρακοστή : με την ακρόαση και την αφομοίωση του λόγου, τη  μύηση σε μια νέα αρχή με τα μυστήρια, την άσκηση («κάνε πρώτα στους άλλους εκείνο που οι άλλοι θέλεις να κάνουν σε εσένα»), μπορούμε να ενεργήσουμε τη μεταστροφή μας. 
Ο Ιησούς δεν μας έσωσε επειδή υπόφερε και πέθανε για να κατευνάσει τον προβεβλημένο Θεό, αλλά γιατί,  παρόλο που έβλεπε ότι, έτσι όπως εκείνος δρούσε, αργά ή γρήγορα οι αντίπαλοί του θα τον οδηγούσαν στο θάνατο, από αγάπη για μας συνέχισε και έμεινε πιστός μέχρι τέλος στην αρχή του ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη αγάπη από εκείνη του φίλου που δίνει τη ζωή για το φίλο του.
Εμείς μπροστά στο κακό πώς αντιδράμε; Αναζητάμε υπεύθυνους για να αποδώσουμε ευθύνες και να τιμωρήσουμε. 
Ο Ιησούς έχει άλλη λογική. Όλοι είμαστε ατελείς, ανεπαρκείς, ελλιπείς.
Αντί να αναζητάμε ενόχους καλύτερα ας αναζητάμε τι μπορούμε να κάνουμε, ώστε να γιατρέψουμε τις ρίζες των κακώς κειμένων.
Αντί να ξεχωρίζουμε, να κατηγορούμε, να καταδικάζουμε, να περιθωριοποιούμε, να υπερηφανευόμαστε για τα τυχόν προτερήματά μας κλπ., να προσπαθήσουμε να δημιουργήσουμε θετικούς μηχανισμούς για να αντιμετωπίσουμε από κοινού το κακό.
Αυτή είναι μετάνοια, η αλλαγή νοοτροπίας  που μας χρειάζεται, δηλαδή μακριά από εγωισμούς, από το εγώ είμαι ο σωστός, δεν έχω τίποτα να διορθώσω, τίποτα να μάθω από τους άλλους, και  να συντονιστώ με την ευσπλαχνία και συμπόνια του Θεού διαμέσου του Ιησού Χριστού. Να μπορέσουμε, μοιάζοντας στο Χριστό, να παίρνουμε επάνω μας τις αδυναμίες των άλλων, εισάγοντας το καλό όπου βρίσκεται το κακό. και την αλήθεια όπου βρίσκεται το ψέμα. Διαφορετικά, θα ζούμε γεγονότα χωρίς να μπορούμε να τα καταλάβουμε,  άρα και να μην μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε.  Και μείς θα μένουμε οι ίδιοι μέχρι να έρθει η σειρά μας, αν δεν μάθουμε να βλέπουμε και στο κακό μια ακόμη ευκαιρία για να κάνουμε το καλό και στο ψέμα μια ακόμη αφορμή για να προωθήσουμε την αλήθεια.